Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2012

Καλό τριήμερο, χαλαρώστε γιατί τα δύσκολα έρχονται

Ο Prefadoros πιτσιρικάς είχε πολλά "χούγια", έφτιαχνε χαρταετούς, "τριγωνάκια" και "μπομπίτσες" το Πάσχα, αυτοσχέδια όπλα την εποχή του πετροπόλεμου, πατίνια από ρουλεμάν, εξέτρεφε μεταξοσκώληκες, έφτιαχνε φιγούρες του Καραγκιόζη, μέχρι και κιθάρα είχε φτιάξει από παλιό ξύλινο τελάρο με σύρμα για χορδές.


Τώρα εξηγούνται όλα, σε πιάσαμε Prefadore, ρε παιδιά τι να κάνω; ήμουνα το παιδί κουμπί, ρωτήστε και τους παιδικούς μου φίλους που έκαναν χειρότερα.

Άμα σας πω ότι σε ένα πάρτι της εποχής όταν χάλασε η βελόνα του μοναδικού πικ-απ προσπαθούσαμε να το κάνει να παίξει με τη βελόνα της μάνας του... , τι θα πείτε;

Παραμονές της Καθαρής Δευτέρας λοιπόν ο πιτσιρικάς Prefadoros το έκοβε με το πόδι για τη "Γλυκιά", που είχε άφθονα καλάμια λόγω του ρέματος, και διάλεγε πέντε έξη που του μοιάζανε τα καλύτερα.

Από κει στο Παντοπωλείο, και απ΄όλα, του μακαρίτη Παναγιώτη Γαβρίλη γωνία Κοτσονοπούλου και Βασ. Όλγας για λαδόκολλες και καλούμπες σπάγκου.

Τα υλικά ήταν έτοιμα, έφτιαχνε και αλευρόκολλα για τα κολλήματα και άρχιζε ο σχεδιασμός, το μέτρημα, το κόψιμο στα καλάμια, όχι χωρίς "απώλειες" σε δερματικό ιστό, το ταίριασμα και κυρίως η ισομετρία και το "ζύγιασμα", το πιο σημαντικό αν θέλεις να πετάξει ο χαρταετός σου.

Η ουρά ήταν μια ξεχωριστή δουλειά, έπρεπε να βρεις χρωματιστά χαρτιά που πιστέψτε με δεν ήταν καθόλου εύκολο εκείνη την εποχή, άλλωστε το χαρτί δεν θα έπρεπε να είναι και πολύ βαρύ.

Έφτιαχνε λοιπόν τους χαρταετούς και κράταγε για τον εαυτό του ένα ή δύο και τους άλλους τους είχαν παραγγείλει φίλοι όπου και κατέληγαν.

"Τζάμπα"; υποτίθεται πως όχι, αλλά ο Prefadoros δεν ήταν ποτέ καλός "έμπορας".

Η ικανοποίηση όταν "έφευγε" ελεύθερος στον ουρανό, μαζί με κάτι από το είναι σου, είναι μια εμπειρία από τις πιο γλυκές της ζωής, από αυτές που σε γεμίζουν χωρίς να σου ζητούν τίποτα, ανέξοδη σχεδόν και όμως τόσο σημαντική, τόσο λυτρωτική, ξεχνιέσαι και πετάς, ονειρεύεσαι με το χαρταετό εκεί ψηλά.

Τι άλλο μπορεί να θέλει ένα παιδί; εκτός αν του τα χάλαγε ο καιρός, αλλά δεν το βάζαμε κάτω, συνεχίζαμε μέχρι ο "αϊτός" μας να φτάσει στον ουρανό.

Αυτά γύρω στο 1960 και λίγο μετά.

Υ.Γ. Αφιερωμένο στο ΦΙΛΟ μου Τάσο που "έφυγε" ψηλά σαν αετός και είχα την τύχη να περπατήσω μαζί του για 55 χρόνια.